Οι δύο νέες μετρήσεις της κοινής γνώμης, η μία του «Π» της περασμένης εβδομάδας και το Βαρόμετρο της Cypronetwork την Παρασκευή, δεν φαίνεται να αλλάζουν με οποιονδήποτε δραστικό τρόπο την αποδοχή της διακυβέρνησης και βεβαίως του Προέδρου της Δημοκρατίας από την κοινή γνώμη. Βεβαίως οι μετρήσεις είναι αποτίμηση της στιγμής αλλά είναι σαφές πως η κοινή γνώμη συνεχίζει να αντιδρά πολύ αρνητικά τόσο σε σχέση με τις δράσεις του Προέδρου όσο και ορισμένων εκ των μελών της κυβέρνησης.
Με δύο χρόνια συμπληρωμένα στην Προεδρία της Δημοκρατίας, ο Νίκος Χριστοδουλίδης εξακολουθεί, ως προσωπικότητα αλλά και ως ο βασικός πολιτικός παίκτης στη διαμόρφωση του ευρύτερου κυπριακού πολιτικού και κοινωνικού σκηνικού, να ταλανίζεται από μια επίμονη τάση διαχείρισης της καθημερινότητας η οποία ωστόσο εκ της φύσης της είναι αδύνατο να τον εκτοξεύσει μακριά από τη μετριότητα και την ανυποληψία μεγάλης μάζας του πληθυσμού. Ουδείς θα ήθελε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας να ηγείται ενός αδύναμου κυβερνητικού σχήματος, στην πλειονότητα των γραναζιών του, αλλά δυστυχώς η αποτύπωση των υπαρκτών δεδομένων είναι πολύ ανησυχητική τόσο για την ίδια τη σχέση του ηγέτη με την κοινωνία όσο και για την επίδραση της Προεδρίας στη διαμόρφωση των βασικών εσωτερικών αναζητήσεων της κοινής γνώμης.
«Μικρές νίκες»
Οι δύο τελευταίες δημοσκοπήσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται οι επιδόσεις της Προεδρίας στα βασικά ζητήματα που καθορίζουν τη δράση της Εκτελεστικής Εξουσίας, εξακολουθούν να προκαλούν απογοήτευση στο Προεδρικό.
Το προηγούμενο διάστημα ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας επιχείρησε να προχωρήσει σε μια σειρά επιδραστικών κινήσεων που αφορούσαν τη μεγάλη πολιτική σε σχέση με τη σύμπραξη και ταύτισή του χωρίς αμφιταλαντεύσεις στο διεθνές πλαίσιο. Δεν ήταν στροφή στην εξωτερική πολιτική, ο προσανατολισμός είναι δεδομένος, αλλά κυρίως ήταν σταθερή ένδειξη ότι σε σχέση με την εξάρτηση του διεθνούς παράγοντα η Λευκωσία δημιουργεί σειρά ερεισμάτων επωφελή για την ίδια. Και αυτό ανεξάρτητα αν ορισμένες πρωτοβουλίες της Κυπριακής Δημοκρατίας πιθανόν να μην έχουν την εμβέλεια που θα επιθυμούσε το Προεδρικό, επειδή πολλές φορές η ανάγνωση των εξελίξεων στο διεθνές πλαίσιο είναι μονόπλευρη, μη αντικειμενική και επικεντρωμένη σε μικρές νίκες χωρίς αντίκρισμα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή ακόμη και οι κινήσεις που γίνονται σε σχέση με τη διαμόρφωση ενός «νέου πλαισίου» δράσης της Κύπρου, ως παίκτη στην περιοχή, δεν είναι καταλυτικές για το μέλλον του τόπου. Στην πραγματικότητα και αυτός ο σχεδιασμός είναι προέκταση του συνεχώς επαναλαμβανόμενου μοτίβου που αφορά το εσωτερικό ακροατήριο. Αυτή όμως η στάση δεν αξιοποιεί την υπό διαμόρφωση σήμερα γεωπολιτική αλλαγή, κυρίως για το πώς σκέφτονται και τι ακριβώς πλέον κυριαρχεί στην ΕΕ. Εκείνο το οποίο φαίνεται ότι συμβαίνει είναι πως μπορεί να υφίστανται διπλωματικοί χειρισμοί αλλά δεν συμβαδίζουν με τη ρέουσα πραγματικότητα, τόσο των σχέσεων της ΕΕ με την Τουρκία όσο και του ρόλου της Άγκυρας στην περιοχή. Αν δεν αλλάξει αυτό, η Λευκωσία θα εκστασιάζεται σε μικρές νίκες για εσωτερική κατανάλωση αλλά στην ουσία θα απομακρύνεται συνεχώς από τον πυρήνα των συλλογικών αποφάσεων των εταίρων μας.
Χαμηλές πτήσεις σε όλα
Αυτή η κατάσταση πραγμάτων πιθανώς να μην είναι ορατή για τη μάζα του πληθυσμού αλλά δεν παύει να αντιμετωπίζεται ως ένα ακόμη κομμάτι μιας ευρύτερης πολιτικής χωρίς επιδραστικότητα για την κυπριακή κοινωνία. Εν ολίγοις, αν πάρει κανείς τις απαντήσεις που δίνονται στο τελευταίο Βαρόμετρο για το πώς αξιολογείται η κυβέρνηση στην εξωτερική της πολιτική, διαφαίνεται με σαφήνεια η απόρριψη είτε η απαξίωση της κοινής γνώμης. Στο σχετικό ερώτημα υπάρχει ένα 47% που θεωρεί ότι είναι πολύ αρνητική/αρνητική η αποτίμηση της εξωτερικής πολιτικής, ένα 33% χωρίς άποψη και μόνο ένα ποσοστό της τάξης του 14% τη χαρακτηρίζει θετική ώς πολύ θετική.
Όταν σε ένα πεδίο το οποίο θεωρείται ως προνομιακό για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τα πράγματα εξελίσσονται με βάση τον σημερινό καθρέφτη των μετρήσεων, είναι ενδεικτικό ότι κάτι δεν γίνεται, με άξονα τις προεδρικές φιλοδοξίες. Είναι δε αυτό φυσιολογικό και ερμηνεύσιμο από τη στιγμή κατά την οποία η αφετηρία και αυτών των σχεδιασμών έχει ως άξονα τις εσωτερικές εντυπώσεις που είναι δυνατόν να δημιουργηθούν.
Τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα στην αξιολόγηση της εσωτερικής διακυβέρνησης. Δυο χρόνια μετά την ανάληψη της εξουσίας μόνο ένα ποσοστό της τάξης του 8% θεωρεί θετική ώς πολύ θετική τη διαχείριση ευρύτερων θεμάτων στο εσωτερικό. Η αρνητική κρίση φθάνει στο 54%. Για την οικονομία η αρνητική αξιολόγηση φθάνει στο 53%, ενώ θετικές απαντήσεις δίνει ένα 15%. Στην αξιολόγηση της διαχείρισης του Κυπριακού η πολύ αρνητική/αρνητική στάση φθάνει στο 49% με μόνο 10% θετικές κρίσεις.
Χωρίς μηδενισμούς αλλά…
Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας βρίσκεται στην εξουσία μια μόνο διετία. Με βάση τη λογική αλλά και την πρακτική του παρελθόντος με άλλες προεδρικές θητείες, αποτυγχάνει να κερδίσει ή τουλάχιστον να διεκδικήσει την ανοχή της κοινωνίας. Ένα σοβαρό μειονέκτημα για την Εκτελεστική Εξουσία το οποίο ωστόσο δεν δημιουργεί εκπλήξεις.
Η διαχείριση της εξουσίας από τον Νίκο Χριστοδουλίδη κυρίως σε σχέση με το επικοινωνιακό κομμάτι, παρά την έντονη έκφρασή της, δεν έχει δώσει απτά αποτελέσματα ώς τώρα. Δεν γίνονται όλα λάθος στην Εκτελεστική Εξουσία. Αυτό θα πρέπει να τονιστεί. Ακόμη και αν ο Πρόεδρος είναι έμπλεος από μια επικοινωνιακή εξάρτηση, ουδείς σήμερα μπορεί να μηδενίσει τις δράσεις και προσπάθειες της εξουσίας του. Εκείνο ωστόσο που φαίνεται πως ακόμη απουσιάζει είναι αυτό το οποίο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως «καθεστώς» διακυβέρνησης. Ο «Π» το σημείωνε στο πρόσφατο παρελθόν, ενώ το σημειώνει και τώρα:
• Δεν έχει σχηματοποιηθεί ακόμη η ενάσκηση της εξουσίας εντός του Προεδρικού, παρά τις δεκάδες των μετακινήσεων στον χώρο αλλά και τη συνεχή επικοινωνιακή γραμμή την οποία κατά τρόπο σχεδόν καταιγιστικό υπηρετεί ο Πρόεδρος.
• Δεν έχει αποδώσει κατά τρόπο ουσιαστικό ο σχεδιασμός για την αντικατάσταση των υπουργείων με τη δράση τεχνοκρατών της δημόσιας υπηρεσίας με αποτέλεσμα να μην υπάρχει αλληλοεπίδραση στα αντίστοιχα υπουργεία.
• Υφίστανται και συντηρούνται αδύναμοι κρίκοι στο κυβερνητικό σχήμα και ο Πρόεδρος δεν μπορεί να τους διατηρεί στο διηνεκές επειδή πολλοί, κυρίως τα ΜΜΕ, κάνουν αναφορά για την ανάγκη ανασχηματισμού. Ο Πρόεδρος με την επιμονή του να διατηρεί υπουργούς με βασικές εγγενείς αδυναμίες δεν δημιουργεί ούτε πλαίσιο προστασίας της Προεδρίας του αλλά ούτε και το αντίστοιχο πλαίσιο για δημιουργική λειτουργικότητα σε ορισμένα εκ των υπουργείων.
Οι διάφορες δημοσκοπήσεις, οι οποίες κρατούν τη δημοτικότητα του Προέδρου αλλά και της κυβέρνησής του σε χαμηλά επίπεδα με παραμονή στην εξουσία μόνο δύο χρόνων, ως φαινόμενο δεν λειτουργούν προς το συμφέρον προφανώς ούτε του ιδίου αλλά ούτε και της ίδιας της κοινωνίας. Οι απαιτήσεις δε και οι προσδοκίες από τη διακυβέρνηση του Νίκου Χριστοδουλίδη ήταν πολύ μεγάλες όταν κέρδισε την εξουσία. Δύο χρόνια μετά αναζητείται ακόμη ο κυβερνητικός βηματισμός, όχι για τον τρόπο με τον οποίον ο Πρόεδρος θα ανανεώσει την προεδρική του θητεία αλλά για το πώς θα προχωρήσει σε λύσεις για μια σειρά από κομβικά θέματα που απασχολούν τον κοινωνικό ιστό.